KOYKOYMITSA RADIO -ΠΑΤΗΣΤΕ ΤΟ PLAY

KOYKOYMITSA RADIO ΠΑΤΗΣΤΕ ΤΟ PLAY ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΕΙΣΤΕ ΜΑΖΙ ΜΑΣ aetinos99@gmail.com

Ο αξέχαστος μεγαλομπακάλης «Της κακομοίρας», Κώστας Δούκας




Ο αξέχαστος μεγαλομπακάλης «Της κακομοίρας», Κώστας Δούκας
Ένα σωστό πολυεργαλείο του ελληνικού κινηματογράφου, ηθοποιός, σκηνοθέτης, σεναριογράφος και άλλα πολλά (ακόμα και φροντιστής!), ο Κώστας Δούκας έμελλε να σφραγιστεί στη συνείδηση του κοινού από κείνον τον αξιομνημόνευτο ρόλο του μπακαλόγατου Παντελή στην εμβληματική κωμωδία «Της κακομοίρας» (1963). Οι απολαυστικοί αυτοσχεδιασμοί και τα γλωσσικά παιχνίδια με τον φοβερό Κώστα Χατζηχρήστο γέννησαν ένα κωμικό φαινόμενο του εμπορικού μας κινηματογράφου που αν δεν είχε τον περιορισμό της γλώσσας, θα λογιζόταν αναμφίβολα στις μεγάλες κωμωδίες του ευρωπαϊκού σινεμά. Η ταινία καθιέρωσε αμφότερους τους πρωταγωνιστές, οι οποίοι ξανασυνεργάστηκαν εξάλλου τα επόμενα χρόνια, και έδειξε στον Κώστα Ασλανίδη (όπως ήταν το πραγματικό του όνομα) ότι το ρίσκο που είχε πάρει να αφήσει τη θέση του στην Τράπεζα Αθηνών για να ανέβει στο σανίδι ήταν απόλυτα δικαιολογημένο. Με τη χαρακτηριστική τραχιά συμπεριφορά του, ο Σμυρνιός Δούκας θα γινόταν ένας από τους απολαυστικότερους «μπαρμπάδες» του ελληνικού σινεμά στη χρυσή εποχή του, όντας αναπόσπαστο μέλος της μεγάλης εκείνης παρέας που έκανε για χρόνια το κοινό να ξεκαρδίζεται στα γέλια ή να κλαίει γοερά. Το εύσωμο αφεντικό του μπακαλογατιού Ζήκου χάρισε κλασικές ατάκες (ποιος δεν θυμάται το «κάτι ψαρούκλες» που λέει μέσα στο τρένο στο «Μην είδατε τον Παναή»;), μας έκανε να δακρύσουμε στα γέλια και άφησε παρακαταθήκη τους ρόλους του σε μια σειρά κλασικές ταινίες, όπως «Ο γαμπρός μου ο δικηγόρος», «Ο κύριος πτέραρχος», «Τα 201 καναρίνια», «Έξω φτώχεια και καλή καρδιά», «Ο Γιάννης τα ’κανε θάλασσα» και τόσες ακόμα. Σπουδαγμένος στην Εμπορική Σχολή, δικαιώθηκε στην παρόρμησή του να αφήσει μια σίγουρη δουλειά για χάρη της showbiz και με το παραπάνω. Γιατί πέρα από την υποκριτική του καριέρα σε σανίδι και πανί, στο τέλος κατέληξε άνθρωπος-ορχήστρα για το σινεμά, σκηνοθετώντας ταινίες, γράφοντας σενάρια, οργανώνοντας και διευθύνοντας παραγωγές και πιάνοντας όλα λίγο-πολύ τα πόστα του κινηματογράφου. Με την αξέχαστη στεντόρεια φωνή του και τους κοφτούς του τρόπους, ο Κώστας Δούκας ήταν πάντα πολλά περισσότερα από τον καταπληκτικό μπακάλη του…

Κώστας Δούκας γεννιέται το 1895 στη Σμύρνη ως Κωνσταντίνος Ασλανίδης. Για το οικογενειακό του πλαίσιο δεν είναι τίποτα γνωστό, ξέρουμε όμως πως ήρθε στην Αθήνα το 1921, όπου και τέλειωσε την Εμπορική Σχολή. Μετά έπιασε δουλειά στην Τράπεζα Αθηνών, όταν και κόλλησε το μικρόβιο της υποκριτικής. Στα τριάντα του πια, αφήνει τη βολή της τράπεζας για να βρεθεί σε θεατρικό μπουλούκι να ερμηνεύει τον Κίτσο στην «Γκόλφω», οργώνοντας την ελληνική επικράτεια.




1924 θα τον ανακαλύψει ο βωβός ελληνικός κινηματογράφος, καθώς το ταλέντο του ξεχείλιζε. Ο Δούκας θα παίξει στο βωβό φιλμ «Ο Γάμος της Κοντσέτας και του Μιχαήλ» του Λυκούργου Καλαποθάκη, μια μικρού μήκους μπουρλέσκ κωμωδία με πρωταγωνιστή τον δημοφιλή τότε ηθοποιό Μιχαήλ Μιχαήλ. Η καριέρα του ωστόσο θα ξεκινήσει, όπως και τόσων ακόμα, μεταπολεμικά…
Τον Κώστα Δούκα θα τον ξαναβρούμε το 1943 ως μέλος της θρυλικής παράστασης «Ακουαρέλλες», που ανέβασε ο Βασίλης Αργυρόπουλος στο θέατρο «Λυρικόν» σε κείμενα του Ασημάκη Γιαλαμά. Εκεί τραγουδά τζαζ δημιουργίες η Ρένα Βλαχοπούλου. Η θεατρική του καριέρα θα απογειωθεί μεταπολεμικά και θα γίνει ένα από τα αστέρια της αθηναϊκής σκηνής. Πολλές οι ανεπανάληπτες θεατρικές του επιτυχίες, αναφέρουμε ενδεικτικά τις παραστάσεις «Οι φοιτηταί» (1949), «Πάμε πρίμα» (1950), «Σκάνδαλα γυναικών» (1951), «Το τραγούδι της Αθήνας» (1954), «Ομόνοια πλας» (1955) και «Σκάνδαλα και κομπίνες» (1961).

Στον κινηματογράφο θα επανέλθει το 1947, στη δραματική ταινία του Σακελλάριου «Μαρίνα», πλαισιώνοντας ιδανικά τον Λάμπρο Κωνσταντάρα, τον Δημήτρη Μυράτ και τη Στέλλα Γκρέκα. Μέχρι το 1965 και τον τελευταίο του ρόλο στο «Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα» (τον θυμόμαστε ως τον εργολάβο που αναλαμβάνει την κατεδάφιση), ο Δούκας θα προλάβει να γυρίσει καμιά τριανταριά ταινίες και να γίνει αναπόσπαστο μέλος της χρυσής εποχής του ελληνικού σινεμά! Μετά τη «Μαρίνα», ακολουθεί η «Λύκαινα» το 1951 και η «Μαύρη Γη» το 1952, αν και η πρώτη μεγάλη προσωπική του επιτυχία θα έρθει το 1957, στον «Φανούρη και το σόι του», πλαισιώνοντας ιδανικά τον Μίμη Φωτόπουλο.
1960 θα έρθει η πρώτη συνεργασία του με τον Χατζηχρήστο στο «Ο Θύμιος τα ’χει 400» και η χημεία τους είναι κάτι παραπάνω από προφανής! Αφού περάσει και από μια σειρά κλασικών ελληνικών ταινιών της εποχής, όπως τα φιλμ «Ποτέ την Κυριακή» (1960), «Τα κίτρινα γάντια» (1960), «Μερικοί το προτιμούν κρύο» (1962), «Ο γαμπρός μου ο δικηγόρος» (1962), «Ο άντρας της γυναίκας μου» (1962), «Μην είδατε τον Παναή» (1962), «Ο κύριος πτέραρχος» (1963), «Οι κατεργάρηδες» (1963) κ.λπ., έρχεται η μεγάλη του στιγμή.
Χατζηχρήστος και Δούκας μάς κάνουν ακόμα να ξεκαρδιζόμαστε στο «Της κακομοίρας» (1963), μια ταινία βασισμένη στο ομώνυμο θεατρικό των Χρήστου και Γιώργου Γιαννακόπουλου, αν και βρίθει αυτοσχεδιασμών και λεκτικών παιχνιδιών εκτός σεναρίου! Η απλούστατη, υποτυπώδης και σχεδόν σχηματική πλοκή μετατρέπεται στα χέρια του αξέχαστου διδύμου σε κωμικό φαινόμενο γεμάτο ιδιαιτερότητες και πρωτοτυπίες.
Κώστας Δούκας έφυγε από τη ζωή το 1967, στα 72 του χρόνια, έχοντας διαγράψει τη δική του πορεία στο ελληνικό θέαμα ως μια αυθεντικά λαϊκή μορφή μιας εποχής που θυμόμαστε με νοσταλγία…
Newsbeast

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων


Πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπ' όψιν ότι:
Δεν επιτρέπονται τα Greeklish (Ελληνικά με λατινικούς χαρακτήρες).
Το σχόλιό σας θα πρέπει να είναι σχετικό με το θέμα.
Δεν επιτρέπονται οι προσωπικοί προσβλητικοί χαρακτηρισμοί.
Χρήση πολλαπλών λογαριασμών και ψευδώνυμων, που έχουν ως σκοπό να οδηγήσουν στην παραπλάνηση των συνομιλητών, δεν είναι κάτι το αποδεκτό.
Σχολιασμός με συνεχή παράθεση έτοιμων μεγάλων κειμένων («σεντόνια») άλλων ιστοσελίδων και καταιγισμό εξωτερικών συνδέσμων, δεν βοηθά στην ομαλή εξέλιξη της συζήτησης.
Με βάση τα παραπάνω, η διαχείριση διατηρεί το δικαίωμα διαγραφής, ή τροποποίησης σχολίων, που αντιβαίνουν στο περιεχόμενό τους, χωρίς καμμία άλλη προειδοποίηση και χωρίς καμμία υποχρέωση παροχής περαιτέρω εξήγησης ή διευκρίνισης. Επιπλέον, η διαχείριση διατηρεί το δικαίωμα αποκλεισμού από τις συζητήσεις, των σχολιαστών που υποτροπιάζουν.


Συνιστάται ιδιαίτερα, να σχολιάζετε αφού προηγουμένως έχετε συνδεθεί μέσω κάποιας από τις διαθέσιμες υπηρεσίες (Disqus [προτείνεται], Facebook, Twitter, Google). Έτσι, θα έχετε καλύτερο έλεγχο επί των σχολίων σας.